Τρία Ποιήματα Του Δημήτρη Α. Δημητριάδη

Οι δικοί μου άνθρωποι

Απροσποίητοι
στην άκρη του ρείθρου.

Τώρα θα πέσουν
τώρα θα σηκωθούν

μια ζωή πείσμονες στις αιωρήσεις
ωσάν να μην είναι στο εδώ
μήτε στο εκεί

ακούγοντας πάντοτε κουβέντες του εαυτού τους.

Μια αστραπή μονάχα
στο βάθος των ματιών
μια αυλακιά στο μέτωπο
κι ένας κόμπος στο λαιμό να τους μασάει.

Οι άνθρωποί μου
οι δικοί μου άνθρωποι
και μακρινοί μαζί.

 

Ναρκοπέδιο

Η διαρκής αγωνία μου
λιμνασμένος πυρετός
κάτω απ’ την παγωμένη κρούστα του χρόνου.

Εκεί κουρνιάζουν οι ασίγαστες ενοχές
οι βίαιες επαληθεύσεις που μας κούρασαν τόσο 
οι ίσκιοι της παραφοράς
ενώ στο χώμα χάσκει ο τάφος τους.

Εκεί μονάχα οδύρεται 
και παραληρεί η σιωπή μου 
για τ’ άχρηστα και ληγμένα διαβατήρια

για το ταξίδι
που δεν πήραμε ποτέ στα σοβαρά
και μας έχει ξεκάνει.

 

Μικρή σπονδή

Ας πιούμε λοιπόν
στη μνήμη των παιδιών με το σκισμένο βλέμμα

στην υγεία των ποντοπόρων
των μεγάλων θαλασσών
και των τυφλών οριζόντων
ξιφουλκώντας στη μέση του πλεούμενου

σπονδή μικρή
για τους φωταγωγούς του έρωτα
που έλιωσαν
προσπαθώντας με χίλιους οφθαλμούς
και χίλια σκιρτήματα
να μας συνάξουν στην πόλη των ονομάτων
και των ζώντων
κοσμίζοντας τον ψίθυρο
το ουρλιαχτό
και τη μέθη

γι’ αυτούς δηλαδή
που χάθηκαν στα όνειρα των άλλων
του άλλου
του όντος άλλου
καλπάζοντας μέσα σε λέξεις

και φύλαξαν θερμοπύλες
γνωρίζοντας την προδοσία του Εφιάλτη.

Bibliotheque

 

Pin It on Pinterest

Share This